Η πάσχουσα κυρίαρχη αφήγηση

Τις προάλλες είχα μια συζήτηση με μια φίλη σχετικά με την απέχθεια μου για έναν εθνικιστή ιστορικό συγγραφέα και κατά πόσο θα άξιζε να τον λαμβάνω ισόποσα με ένα τεκμηριωμένο λόγο απαλλαγμένο από την πόλωση της “επίσημης” ιστορίας. Η κουβέντα γρήγορα κατέληξε στον τρόπο που λειτουργεί ο μηχανισμός της κυρίαρχης αφήγησης, με την ιστορική αλήθεια και την διερεύνησή της από τον αναγνώστη και τον ερευνητή να βρίσκει τις προφανείς δυσκολίες και εμπόδια ακόμα και στην αντίπαλη πλευρά της αφήγησης. Όμως καταλαβαίνουμε γρήγορα, γιατί αυτό είναι το θέμα του παρόντος κειμένου, το μοντέλο της κυρίαρχης αφήγησης είναι κατά πολύ πιο διευρυμένο σε όλες τις πολιτικές και κοινωνικές εκφάνσεις έτσι ώστε το μοτίβο αυτού του ελέγχου βρίσκει πολλές εφαρμογές στη δημόσια σφαίρα χωρίς να αντιλαμβανόμαστε πάντοτε τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Η ατζέντα ενός εκπροσώπου της κυρίαρχης αφήγησης καθορίζεται από την πολιτική πόλωση και την συλλογική ευθύνη ως υπόλογη σε ένα αυταρχικό θεσμικό πλαίσιο. Όταν πχ ο επίμονος συνθηματολογικός αντιαριστερισμός μπορεί να παράγει ενδιαφέροντα διάλογο από τις έντονες αντικρούσεις, συνεισφέροντας στην παραγωγή θέσεων και απόψεων, τα θεσμικά πλαίσια δεν δέχονται αυτό το διάλογο· εξ ορισμού ο θεσμός καθιερώνεται από την τυποποίηση του κανόνα και την απαρέγκλιτη εφαρμογή του. Γι αυτό εκεί δεν μπορεί να γίνει συζήτηση, υπάρχει μόνο η άτεγκτη απόρριψη τόσο του διαφορετικού όσο και της εναλλακτικής ερμηνείας. Επάνω σε αυτή τη βάση εδράζεται η κυρίαρχη αφήγηση επινοώντας συχνά πλαστές αιτιάσεις για να δικαιολογήσει τις υπερβάσεις της.

Συγκεκριμένα, ο αφιονισμένος αντιαριστερισμός της κυρίαρχης αφήγησης, επικαλείται ένα φαντασιακό θεσμικό πλαίσιο που αποτελείται από συντονισμένες λαθροχειρίες: η συχνή επίκληση προς τη νομιμότητα παραποιεί τις βασικές συστάσεις και τις εντολές της σύγχρονης κοινωνικοπολιτικής πραγματογνωμοσύνης, που ορίζει σχετικά ευσύνοπτα τα πλαίσια της κινητικότητας των ιδεών και των πράξεων μέσα σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, σχετικοποιεί νέους κανόνες που αποτελούνται από διασταλτικές ερμηνείες των υπαρχόντων πλαισίων. Ο σύγχρονος αντιαριστερισμός δεν φυραίνει από την φθαρμένη επανάληψη των ξεπερασμένων μετεμφυλιακών συνδρόμων αλλά επανακαθορίζει τα νέα σημεία αναφοράς ανανεώνοντας την πολεμική του. Κι αυτό το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ο αταβισμός της κυρίαρχης αφήγησης. Εμφανίζει κρυμμένες ιδιότητες, που είτε βρίσκονται εν υπνώσει μέσα από αργές διεργασίες είτε επινοούνται την ίδια στιγμή, για να αιτιολογήσει ένα κατασκευασμένο αποτέλεσμα που επιδιώκεται εκ των προτέρων.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό της κυρίαρχης αφήγησης είναι ο εκφυλισμός. Όταν εφημερίδες και τηλεοπτικά ΜΜΕ αφιερώνουν στο μεγαλύτερό τους μέρος ολόκληρα κατεβατά για τα επεισόδια σε μια γενική απεργία κι όχι με τον όγκο και τα αιτήματα των διαδηλώσεων, γίνεται προφανές πως το φαντασιακό θεσμικό πλαίσιο (=η εγκαθίδρυση ενός νεοπαγή κανόνα) και ο αταβισμός της κυρίαρχης αφήγησης (=η κατασκευή νέων εντυπώσεων από ξεπερασμένους κανόνες) παράγει μια επανάληψη θέσεων σε εκθετική ανάπτυξη για να υποθάλψει τον εκφυλισμό της αντίθετης πλευράς. Αυτή η επιβουλή οφείλει να εδράζεται στην καλλιέργεια του ερεθισμού κι όχι στην επιδίωξη για σύγκρουση, αυτό είναι ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σύγχρονης κυρίαρχης αφήγησης. Ο παραλογισμός μιας ιδέας, όσο εξωφρενικά παράλογη κι αν φαίνεται, βρίσκει πάντοτε τη νομιμοποίηση της κυρίαρχης αφήγησης όταν αυτή τη συμφέρει. Για παράδειγμα, τα κονσερβοκούτια των εαμοβούλγαρων είναι μια τόσο παράλογη θέση, που αν τη καλοσκεφτεί κανείς οδηγείται σε ένα καίριο λογικό και πρακτικό ερώτημα: τότε πως οι συμμορίτες άνοιγαν τα κονσερβοκούτια αφού δεν είχαν μαχαίρια;

Γι αυτό το λόγο, οι μεγαλύτεροι εχθροί της κυρίαρχης αφήγησης είναι η δημόσια αμφισβήτηση και η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Η ανάλυση αυτού του φαινομένου οδηγεί σε ένα μερικό συμπέρασμα: η κυρίαρχη αφήγηση είναι ένα σκορποχώρι θέσεων και απόψεων που συνδέονται με χαλαρούς συνεκτικούς ιστούς μεταξύ τους, αποτελούνται από στοιχειώδεις στυλιστικές επεμβάσεις σε ένα σύστημα από πεπερασμένους κανόνες εμπλοκής. Έτσι το στυλ της κυρίαρχης αφήγησης δεν είναι ακριβώς το ίδιο το ύφος αλλά οι δομικές συμβάσεις μιας σαθρής υπερκατασκευής που στηρίζεται στην επιθετική ταυτολογία. Η Αριστερά είναι ο εχθρός μας, άρα ο εχθρός είναι η Αριστερά. Σε μια διαδήλωση έκαψαν με μολότωφ τα θύματα της Marfin, άρα τις μολότωφ τις πετάνε οι διαδηλωτές. Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι φυτώριο εγκληματικών πράξεων, άρα το άσυλο αφορά μόνο τους εγκληματίες. Οι πολίτες που δεν ακυρώνουν τα εισιτήρια τους είναι εγκληματίες(=άνομοι και τζαμπατζήδες), άρα εν δυνάμει εγκληματίες είναι όλοι οι πολίτες(=άνομοι και τζαμπατζήδες). Αυτή η προκατασκευασμένη αντίληψη αποφεύγει με επιμέλεια να θέσει τις αιτίες των ενεργειών, την αναζήτηση των υπευθύνων και τις ερμηνείες των αποτελεσμάτων. Η κυρίαρχη αφήγηση κατασκευάζει ψηλούς τοίχους, με θορυβώδη χρώματα, για να αποσπάσει την προσοχή από το κύριο ερώτημα που δεν τη συμφέρει να απαντηθεί: το γιατί και ποιός. Ήδη η κατασκευή ενόχων είναι προειλημμένη απόφαση, αλλιώς αφού οι δράστες είναι γνωστοί, κατά την κυρίαρχη αφήγηση, αυτοί θα έπρεπε να είχαν ήδη συλληφθεί και καταδικαστεί σύμφωνα με την φαντασιακή θεσμική νόρμα της. Που όσο πιο σύντομη κι ευσύνοπτη είναι, τόσο πιο ηχηρά αποτελεσματική θα είναι.

Οπότε το δομικό στοιχείο της κυρίαρχης αφήγησης πρέπει να είναι πάντα ο αφορισμός ως κατασκευή συντομευμένων όσο και ρηχών εννοιών. Ένας πετυχημένος αφορισμός πρέπει να υπακούει σε ένα κανόνα συμμετρίας που αποτελείται από τη θέση και την αντίθεση – και για την κυρίαρχη αφήγηση να παράγει αρνητικό πρόσημο ανάλογα με το σκοπό και το στόχο. Την ημέρα της γενικής απεργίας της 23ης Φεβρουαρίου, η κυρίαρχη αφήγηση έγραψε μέσα στα λιγοστά πλαίσια του twitter και το αναπαρήγαγε απηνώς στο Facebook:

Τελικά, ούτε την Πλατεία Ταχρίρ δεν είναι ικανοί να μιμηθούν. Απ’ όσο θυμάμαι
εκεί οι διαδηλωτές δεν έκαιγαν τους ανθρώπους ζωντανούς.

Πρόκειται για ένα φορτισμένο με απόλυτα αρνητικούς συμβολισμούς αφορισμό, υπαγορευμένο σε κάτι λιγότερο από 140 χαρακτήρες, τόσο αποτυχημένα υπερβολικό που αλληλοαναιρείται στα συστατικά στοιχεία του και αυτοαναιρείται στο αποτέλεσμά του. Από ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο επιλέγει το ύστερο αποτέλεσμα και παραλείπει την αιτία γιατί έτσι τη συμφέρει, γνωρίζει η κυρίαρχη αφήγηση πως το ψέμα πλέον δεν πείθει και καταφεύγει στην πρακτική της μισής αλήθειας που, ως γνωστόν, είναι αποτελεσματικότερη από το χειρότερο ψέμα. (Για την ιστορία, η πραγματική χρονική αλληλουχία του συγκεκριμένου γεγονότος αντικατοπτρίζεται τόσο εδώ όσο κι εδώ).

Παρόλο που η διαφωνία είναι σημάδι ποικιλομορφίας και κριτικής σκέψης ενώ συχνά ο αφορισμός περικλείει έντονες τάσεις προς τον ανορθολογισμό όταν καλείται να περιγράψει πολύπλοκα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα, εν τούτοις ο σκοπός της κυρίαρχης αφήγησης είναι να μεταλαμπαδεύει και να αναπαράγει την απλοϊκή ιδεολογία της σε ένα κομμάτι της κοινωνίας που την υπηρετεί πρόθυμα ως ταγός της. Για παράδειγμα, η κυρίαρχη αφήγηση υπαγόρευσε αυτή τη φορά τα ρηχά στερεότυπά της μέσω ενός πρόθυμου ακόλουθου να παίξει τον ίδιο ρόλο:

«H διαφορά μεταξύ ενός λαού που στενάζει στη δικτατορία και ενός λαού που δεν σεβάστηκε τη δημοκρατία του είναι ότι, ο πρώτος θέλει να κάνει την πλατεία του από Tαχρίρ, Συντάγματος, ενώ ο δεύτερος από Συντάγματος, Tαχρίρ».

Η κυνικότητα αυτή της κρυπτοφασίζουσας φράσης αναδεικνύει μια πολύ σημαντική πρακτική που ανήκει στο βασικό οπλοστάσιο της κυρίαρχης αφήγησης. Τον κατακερματισμό της κοινωνίας και την αυστηρή ιδεολογική περιχαράκωση έτσι ώστε η διαπίδυση των απόψεων να μετατρέπεται σε διαρκείς όσο και αυτοτελείς μονολόγους. Η μαζική ικανοποίηση που έλαβε αυτή η φράση ορίζει μια άλλη παράμετρο της κυρίαρχης αφήγησης: την κορύβαντη ομιλία της και την ισοπεδωτική αγελοποίηση της σκέψης της. Ορίζει και αποφαίνεται, άρα δεν υπάρχουν και δεν επιτρέπονται παράπλευρες απαντήσεις. Είναι προφανές πως η κυρίαρχη αφήγηση είναι στενή φίλη με τον λαϊκισμό αν και πολλές φορές υποκριτικά τον αποτάσσεται δημόσια. Ο λαϊκισμός της είναι μελετημένα στοχευμένος διότι στηρίζεται στην απαξία του αφορισμού για το κοινωνικό δίκαιο που συγκρούεται με την άρχουσα ελίτ. Η κυρίαρχη αφήγηση θέλει μια κοινωνία διασπασμένη σε πολλά διαφορετικά κομμάτια που να μην βρίσκουν μεταξύ τους κοινά πεδία συνεννόησης και δράσης, όντας αποδυναμωμένη από τεχνητά κατασκευασμένες έριδες μεταξύ κοινωνικών και επαγγελματικών τάξεων.

Εδώ έχουμε ένα κλειδί, η πολυδιάσπαση της κοινωνίας μέσω της επαναλαμβανόμενης προπαγάνδας στηρίζεται ουσιαστικά σε ιδεολογικά πλαίσια παρά σε αρνητικά οικονομικοπολιτικά φαινόμενα· γιατί τα τελευταία χρειάζονται απαραίτητα μια εξ άνωθεν πλασματική τεκμηρίωση. Για παράδειγμα, τα μερικά δεκάδες εκατομμύρια ευρώ που απορρόφησαν πολλές αμφιλεγόμενες ΜΚΟ την περασμένη δεκαετία έχουν στην πραγματικότητα ασήμαντη συμμετοχή στο εν πολλοίς προμελετημένο δημόσιο χρέος των εκατοντάδων δισεκατομμυρίων. Άρα, η διαρκής επαγρύπνηση της κυρίαρχης αφήγησης στο να κατασκευάζει ενόχους – πού όντως μπορεί να είναι ένοχοι σε πραγματολογικό επίπεδο – αποσκοπεί στη μεγέθυνση μικρών μεγεθών για να σμικρύνει ή και να εξισώσει τα μεγάλα σκάνδαλα που ανήκουν στη σφαίρα της επιρροής της. Η διαβόητη έκφραση “μαζί τα φάγαμε” είναι η πλέον ενδεικτική για την τακτική της πλάνης και της εξομοίωσης ευθυνών σε ανόμοια μεγέθη και καταστάσεις.

Σπεύδω τώρα να διευκρινίσω, σε ενδεχόμενη εύλογη ένσταση, πως η κυρίαρχη αφήγηση δεν είναι αποκλειστικά επιχρωματισμένη πολιτικά στην Δεξιά όπως διαφαίνεται παραπάνω. Υπάρχει και στην Αριστερά, υφίσταται σε όλα τα ρεύματα των κυρίαρχων πολιτικών τάσεων. Απλά, η κυρίαρχη αφήγηση του ενός κατισχύει στην κυρίαρχη αφήγηση του άλλου και αρκετές φορές αλληλοδιαπλέκονται μέσω συγκυριακών γεγονότων, κι ακόμα συχνότερα υπαγορεύονται από τον μεταξύ τους συμψηφισμό. Για να επιστρέψω στην αρχική συζήτηση που περιέγραψα, φαίνεται καθαρά πως η εμφυλιακή ιστοριογραφία της μεταπολίτευσης παίζει μια ατέρμονη διελκυστίνδα που τα όρατά της επιστημονικά αποτελέσματα περιορίζονται μεν σε ένα στενό κύκλο αλλά η γενική οπτική της “κοινής γνώμης” υπάγεται ακόμα στην υπαγόρευση και την αναπαραγωγή των μετεμφυλιακών συνδρόμων. Η κυρίαρχη αφήγηση ξέρει να συντηρεί – ακόμα για πόσο; – τον εθνικό διχασμό.

Ας δούμε συνοπτικά ένα άλλο παράδειγμα της κυρίαρχης αφήγησης: οι ξένοι μας κλέβουν τις δουλειές. Ποιές δουλειές; Να απλώνεις τις μαϊμού Λουί Βιτόν τσάντες στα Προπύλαια και στις καφετέριες στους παράδρομους της Ερμού; Μαϊμούδες Βιτόν πουλάνε και οι μεγάλοι έμποροι και το γνωρίζουμε όλοι. Διότι την κυρίαρχη αφήγηση τη συμφέρει να μαζεύουν τις ελιές στα χωράφια οι ανασφάλιστοι αλλοδαποί, για να μην πληρώνει την ασφάλιση των “νόμιμων” πολιτών. Το πρόσκαιρο αναπτυξιακό δυναμικό της Ολυμπιάδας του 2004 οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος σε αλλοδαπά χέρια, κυρίως Αλβανούς, και στον κακώς νοούμενο όσο και επιχειρηματικά καθοδηγούμενο εθελοντισμό. Αυτονόητα όλα αυτά, μα η κυρίαρχη αφήγηση ξέρει πολύ καλά πως να πλασάρει το μίσος ως επίφαση της εσωτερικής ασφάλειας.

Η πραγματικότητα της κυρίαρχης αφήγησης χτίζεται επάνω σε μια οριζόντια ερμηνεία που αρνείται κατηγορηματικά τις διαθλάσεις των επιμέρους αναγνώσεων και των πολλαπλών ερμηνειών και γι αυτό η ανάγνωσή της μένει πάντα στον αφρό της. Με αυτό τον τρόπο, η διογκούμενη ξενοφοβία των τελευταίων χρόνων, για να μείνουμε λίγο ακόμα σε αυτό σε αυτό το θέμα, βρίσκει έρεισμα στην οικονομική ανέχεια χωρίς να προκύπτει από πουθενά μια ξεκάθαρη αντίληψη για τις βαθύτερες αιτίες και σκοπιμότητες. Η κυρίαρχη αφήγηση ασκεί την τέχνη του αφορισμού αποσιωπώντας και διαστρεβλώνοντας τις επιμέρους ενδείξεις και στοιχεία που ανατρέπουν την επίσημη ρητορική και την κρυφή ατζέντα των συμφερόντων. Ο Άγιος Παντελεήμονας και η υπόγεια τακτική του gentrification μέσω των εργολαβικών συμφερόντων επικαθορίζονται από την αναπαραγωγή των ρατσιστικών στερεότυπων που στην καλύτερη περίπτωση δικαιολογούνται από την νεοφιλελεύθερη αρθρογραφία και στην χειρότερη από τις ομάδες των νεοναζί, όλοι αυτοί ουσιαστικά σε αγαστή συνεργασία για τον ίδιο σκοπό.

Κατά βάθος, η κυρίαρχη αφήγηση είναι εριστικά εθνικιστική. Η σκόπιμη υποβάθμιση πολλών σημαντικών εξωτερικών γεγονότων έχει προφανή εφαλτήρια αλλά τελικά με αυτό τον τρόπο κάποτε – και σύντομα – θα πρέπει να εξαντληθεί λόγω της συνεχούς αύξησης στη χρήση του διαδικτύου. Η κυρίαρχη αφήγηση θέλει ένα έθνος να είναι τόσο ασφυκτικά κλεισμένο στον εαυτό του ώστε να μην εισάγει αλλά ούτε και να εξάγει ιδέες και προβληματισμούς. Είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτό που έγινε στη Μεγάλη Βρετανία πριν λίγες μέρες: ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον πήγε να προωθήσει ένα νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση των δασών. Δεν το μάθατε αυτό; Μάθετε τι έγινε στη συνέχεια γιατί ολόκληρη η εγχώρια κυρίαρχη αφήγηση απέφυγε επιμελώς να το δημοσιοποιήσει περαιτέρω. Δεκαοκτώ εκατομμύρια Βρετανοί πολίτες έβαλαν τις υπογραφές τους για να δηλώσουν την αντίθεσή τους στο γενικό ξεπούλημα που προαλειφόταν. Με αποτέλεσμα, ο Κάμερον να οπισθοχωρήσει ατάκτως σκίζοντας το φάκελο του επίμαχου νομοσχεδίου…

Να γιατί η κυρίαρχη αφήγηση μάς θέλει διασπαρμένους από τεχνητά κατασκευασμένες κοινωνικές έριδες. Μας φοβάται, δεν θα φοβόμαστε λοιπόν αυτήν.

____________________

ΥΓ. Έξυπνο το κόλπο Πάσχο και την πάτησα. Έχεις ένα προφίλ και παράλληλα διατηρείς page αλλά βάζουν λινκ τα τσιτάτα σου από την page που έχει το απείρως λιγότερο σχολιασμό. Μοναδική η ικανότητα της κυρίαρχης αφήγησης να μασκαρεύεται και να εξαπατά…

4 σκέψεις σχετικά με το “Η πάσχουσα κυρίαρχη αφήγηση

  1. Ω Ναι, συμφωνώ απόλυτα!
    Θα σταθώ σε μερικά σημεία…

    Σπεύδω τώρα να διευκρινίσω, σε ενδεχόμενη εύλογη ένσταση, πως η κυρίαρχη αφήγηση δεν είναι αποκλειστικά επιχρωματισμένη πολιτικά στην Δεξιά όπως διαφαίνεται παραπάνω. Υπάρχει και στην Αριστερά, υφίσταται σε όλα τα ρεύματα των κυρίαρχων πολιτικών τάσεων.

    […]

    Η κυρίαρχη αφήγηση κατασκευάζει ψηλούς τοίχους, με θορυβώδη χρώματα, για να αποσπάσει την προσοχή από το κύριο ερώτημα που δεν τη συμφέρει να απαντηθεί: το γιατί και ποιός. Ήδη η κατασκευή ενόχων είναι προειλημμένη απόφαση…

    […]

    Η κυρίαρχη αφήγηση ασκεί την τέχνη του αφορισμού αποσιωπώντας και διαστρεβλώνοντας τις επιμέρους ενδείξεις και στοιχεία που ανατρέπουν την επίσημη ρητορική και την κρυφή ατζέντα των συμφερόντων.

    Εμ, εδώ είναι το κλειδί, για το ΠΩΣ ξεγελούσε τόσο κόσμο ο Πάσχος (άν και τώρα ξεγελά λιγότερο)…

    Μία αφήγηση μπορεί να μην είναι κυρίαρχη γενικά στην κοινωνία, αλλά να είναι κυριαρχούσα αφήγηση μέσα σε ένα _μέρος της_, π.χ. τους προοδευτικά σκεπτόμενους αναγνώστες, οι οποίοι επαναπαύονται ότι «βρήκαν την αλήθεια» όταν δεχτούν την «ενοχή» κάποιου στόχου της αφήγησης, μη ψάχνοντας βαθύτερα ΤΙ συμβαίνει (το «γιατί και το ποιός»). Π.χ. μέσω αφορισμών όπως ότι -δήθεν- «ο Καζάκης είναι εθνικοσοσιαλιστής» (ειπώθηκε κι αυτό πρόσφατα…), αφορισμοί που -αν και ψευδείς- προσελκύουν υποστήριξη, αρκεί το τείχος που υψώνεται να είναι αρκετά ψηλό, ενώ ο υφιστάμενος την ταμπέλα δαιμονοποίησης να είναι από την άλλη πλευρά, στοχοποιημένος από μια αφήγηση / αντίληψη που ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ να (τον) καταλάβει, αλλά μόνο να αυτο-επιβεβαιωθεί ναρκισσιστικά, ότι βρίσκεται στη «σωστή πλευρά» του τείχους…

    Εκείνο που φταίει -σε τελική ανάλυση- δεν είναι τόσο πολύ η συγκεκριμμένη περίπτωση κυρίαρχης αφήγησης (που εξυπηρετεί το ΔΝΤ ή το ΠΑΣΟΚ) αλλά το κυρίαρχο «σύστημα μετα-αφήγησης», δηλαδή το «μετα-ιδεολογικό λογισμικό» που εφαρμόζεται πολύ πιο γενικά, ανεξάρτητα από τα «δεδομένα», ή το ειδικό του περιεχόμενο.

    Αν π.χ. η κυριαρχούσα μετα-αφήγηση κατανοεί ΓΕΝΙΚΑ κάθετι (ή τον καθένα π.χ. στην πολιτική) μέσω αφοριστικής κατηγοριοποίησης, υψώνοντας τείχη που που μας οχυρώνουν, απέναντι στον εκάστοτε «κακό» εχθρό, τότε κάνει ακριβώς το αντίθετο από το να (τον) κατανοεί. Στην πραγματικότητα συσκοτίζει, αντί να κριτικάρει.

    Σημασία έχει όμως να ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ τον εκάστοτε αντίπαλο, όχι να του απονέμουμε τη σωστή ετικέτα. Κατανοώντας τον σε βάθος, μπορούμε και να παλαίψουμε καλύτερα τα λάθη του, τις απόψεις του, κλπ.

    Ο Πάσχος και άλλοι παρόμοιοι έχουν πάψει όμως νδιαφέρονται για τέτοιες πολυτέλειες, είναι εργοστάσια παραγωγής… «ορθών ετικετών» (που… ΟΥΤΕ καν ετικέτες δεν παράγουν σωστές, είναι συνήθως εντελώς λανθασμένες).

    Τουλάχιστον… εμείς μπορεί μεν να λέμε τον Αδωνι
    «φασίστα», αλλά αυτό λέμε γιατί μπορούνε να το αποδείξουμε λεπτομερώς και σε βάθος, όχι γιατι… έτσι μας κάπνισε να τον πούμε φασίστα ώστε να χαρούν κάποιοι άλλοι συμφωνώντας μαζί μας.

  2. Υ.Γ. «Ο Πάσχος και άλλοι παρόμοιοι έχουν πάψει όμως νδιαφέρονται» -> «Ο Πάσχος και άλλοι παρόμοιοι έχουν πάψει όμως να ενδιαφέρονται…»

  3. Υ.Γ.2 σόρυ (πρέπει να… αλλάξω πληκτρολόγιο -χεχε)
    ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ τελευταίας παραγράφου…
    —-
    Τουλάχιστον… εμείς μπορεί μεν να λέμε τον Αδωνι “φασίστα”, αλλά αυτό το λέμε γιατί μπορούμε να το αποδείξουμε λεπτομερώς και σε βάθος, όχι γιατι… έτσι μας κάπνισε να τον πούμε φασίστα ώστε να χαρούν κάποιοι άλλοι συμφωνώντας μαζί μας.

    (ας αφήσουμε και το ότι…. -συμπληρώνω ΤΩΡΑ- …εμείς δεν έχουμε προσωπικό ΟΦΕΛΟΣ από το να λέμε τον Αδωνι φασίστα, ενώ οι «κατεστημένοι δημιογράφοι» _έχουν_ όφελος από τη «γραμμή» που εξυπηρετούν, εξαργυρώνοντας ΤΩΡΑ την καλή φήμη, που ίσως μάζεψαν στο παρελθόν…)

Σχολιάστε