Στης χούντας το αλισβερίσι, λεύτερο ήταν το χασίσι
Πάνος Τζαβέλλας – Ξυπνήστε
Μπόλικη… ευφορία ανάμικτη με λίγο κριτικό σκεπτικισμό χάρισε στο διαδίκτυο η αναγγελία νομοσχεδίου για την αποποινικοποίηση των μαλακών ναρκωτικών, μια εξέλιξη που παρά τα θετικά σημεία της η αισιοδοξία δεν έχει αποκτήσει τις βάσεις εκείνες που θα μας διασφαλίσουν μια πρώτη εκτενή αποτίμηση. Κι αυτό γιατί αυτό το σχέδιο νόμου δεν έχει κατατεθεί καν προς δημόσια διαβούλευση στο opengorv ώστε να καταλάβουμε τι προβλέπει ακριβώς. Η πληροφόρηση προέρχεται μόνο από τις επίσημες κυβερνητικές ενημερώσεις και τα έντυπα και διαδικτυακά ΜΜΕ δεν το διαθέτουν πλήρες παρά τα ρεπορτάζ τους.
Πρέπει να είμαστε συγκρατημένοι και σκεπτικιστές απέναντι σε αυτή την… απλοχεριά. Είναι γνωστές εδώ και χρόνια οι απόψεις του σημερινού πρωθυπουργού για την αποποινικοποίηση των μαλακών ναρκωτικών και τώρα, χωρίς καμία έκπληξη, από την πλευρά της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς οι αντιδράσεις είναι οι αναμενόμενες. Όπως και του ΚΚΕ. Το βασικό πρόβλημα είναι η διάρκεια του νόμου, όταν και εάν ψηφιστεί. Διότι πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο πως μια αλλαγή κυβέρνησης μπορεί να οδηγήσει εύκολα στην κατάργηση αυτού του νόμου οπότε εδώ γίνεται μια τρύπα στο νερό.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Μπορεί να είναι προοδευτικό όσο κι επιτακτικό κοινωνικά το φιλόδοξο σχέδιο αλλά η ανάλογη εμπειρία με το μεταναστευτικό ζήτημα έδειξε πως όσο και να φοράς τη μάσκα του “προοδευτισμού” σε ένα νόμο, αυτός εν τέλει πραγματοποιεί λιγότερες από τις αρχικές προθέσεις. Όπως τότε υπήρξε σφοδρή συζήτηση για τους αλλοδαπούς έτσι και τώρα το νομοσχέδιο μπορεί να αλλάξει στην πορεία και τελικά να καταστεί σχεδόν ανώδυνος νόμος με την ψήφισή του. Όλοι γνωρίζουμε πως αυτό συμβαίνει ανέκαθεν με όλους τους νόμους του κράτους, κάποιοι από αυτοί θα καταντήσουν στο τέλος νεκρό γράμμα μέχρι να αντικατασταθούν. Το παράδειγμα του μεταναστευτικού νόμου υποδεικνύει πως δεν πρέπει να ελπίζουμε σε πολλά στην τελική μορφή του σημερινού νομοσχεδίου αφού προφανώς η αξιωματική αντιπολίτευση υπόσχεται πως θα τον καταργήσει όπως και το μεταναστευτικό.
Συνεπώς η συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί σε πιο πρακτικά ζητήματα, με κυριότερο και σημαντικότερο την απονομή της δικαιοσύνης. Δυστυχώς, και για πολλοστή φορά σε ανάλογες περιπτώσεις, πριν μια βδομάδα ένας απεξαρτημένος από τις ουσίες πρώην χρήστης οδηγείται από τον Άρειο Πάγο(!) στη φυλακή παρά τις αντίθετες όσο και φανερές διαβεβαιώσεις για την αποτοξίνωσή του. Ενώ πολύ συχνά οι έμποροι ναρκωτικών πετυχαίνουν χαριστικές αποφάσεις και τα ναρκωτικά διακινούνται σχεδόν ελεύθερα μέσα στις φυλακές, η αναγκαιότητα αυτού του νομοσχεδίου προς συζήτηση για τη ρύθμιση των ποινών σε χρήστες ναρκωτικών όσο και στην αντιμετώπισή τους ως ασθενείς είναι περισσότερο από προφανής προτεραιότητα ώστε να καταστεί ψηφίσιμος ένας νόμος που δεν θα επιτρέψει εύκολα αντεκδικητικές παρεμβάσεις από επόμενες κυβερνήσεις.
Γι αυτό το λόγο πιστεύω πως η συζήτηση πρέπει να διαχωριστεί σε δύο διακριτά σημεία, αφενός η αποποινικοποίηση των μαλακών ναρκωτικών κι αφετέρου το θέμα της δικαιοσύνης πρέπει να αποτελέσουν εντελώς ξεχωριστά πεδία μελέτης κι όχι να αντιμετωπιστούν ως ενιαίος νόμος προς ψήφιση.
Από την άλλη, πόσοι παρατήρησαν ότι ίσως δεν είναι τόσο τυχαίο που με το νομοσχέδιο για τα ναρκωτικά πυροδοτήθηκε από την κυβέρνηση ταυτόχρονα και η συζήτηση για τα μπλογκ; Από τη μια το καρότο και από την άλλη το μαστίγιο. Έχω θέσει πολλές φορές τις απόψεις μου για τις επίδοξες παρεμβάσεις του κράτους στο διαδίκτυο αλλά τώρα εδώ υπάρχουν και μερικές σημαντικές διαφορές σε σχέση με το παρελθόν.
Παρά τις κορώνες που διαβάζουμε σε διάφορα ιστολόγια, η παρούσα κυβέρνηση δείχνει να συνειδητοποιεί πως το ζήτημα τίθεται σε άλλη βάση αλλά κι αυτό το κάνει με μισή δουλειά και μισή καρδιά. Κι εδώ δεν υπάρχει δημόσια διαβούλευση και όσα γνωρίζουμε τα μαθαίνουμε ως συνήθως από τα ΜΜΕ, συνηθέστερα οι φίλιες πηγές. Αυτό που επιτέλους αρχίζει να το συζητάει αφορά περισσότερο τα λεγόμενα “ενημερωτικά” ιστολόγια που με εξαιρετικά ακραίες συμπεριφορές οδηγούν και συμπαρασύρουν στην ανυποληψία ολόκληρο το ελληνικό διαδίκτυο. Έχω ξαναπεί παλιότερα, με αφορμή την σχετική εκτενή συζήτηση πέρυσι σε πολλές ιστοσελίδες, πως εμείς ως απλοί ιστολόγοι, συμμετέχοντες σε φόρουμ και κοινωνικά δίκτυα δεν πρέπει να συμμετέχουμε σε ανάλογο διάλογο με τους κρατούντες. Κι εδώ είναι η μισή δουλειά που κάνει η σημερινή πολιτική ηγεσία. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι το διαδίκτυο αλλά οι φορείς της όποιας πληροφορίας. Τους επικοινωνητές, για χρησιμοποιήσουμε ένα κοινωνιολογικό όρο, αναφερόμενος πάντα στους κάθε λογής δημοσιογράφους και “δημοσιογράφους” των ενημερωτικών ιστοσελίδων πάσας μορφής.
Αν λοιπόν το πρόβλημα – ή το πρόσχημα – της κάθε κυβέρνησης είναι ένας Παπαγιάννης*, κάθε συζήτηση για την ελευθερία του λόγου στο διαδίκτυο πρέπει να προσκρούει στην απόλυτη άρνησή μας να συζητήσουμε γι αυτήν. Γιατί αν πέσουμε στην παγίδα του “διάλογου” στο τέλος θα αναγκαστούμε να οδηγηθούμε σε παζάρια.
_____________________________________
*Αν και εξαιρετικά αντιπαθής ο Παπαγιάννης θεωρώ κι επιθυμώ πως εφόσον δικαστεί ως “ιδιοκτήτης μπλογκ” η δίωξή του θα οδηγήσει σε αποτυχία – όπως συνέβη πριν λίγα χρόνια με την υπόθεση του press.gr – και θα δικαιωθεί τόσο ηθικά όσο και πρακτικά. Να κριθεί λοιπόν ως άτομο ο ίδιος και η ιδιότητά του ως δημοσιογράφου, όχι ως “ιδιοκτήτης μπλογκ”.
Σχετικά παλιότερα κείμενά μου, άμεσα σχετιζόμενα με το θέμα: